- ἐπιτερατεύομαι
- ἐπιτερᾰτεύομαι,A heighten a marvellous story, Paus.8.2.7.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
επιτερατεύομαι — ἐπιτερατεύομαι (Α) τερατολογώ, παρεμβάλλω τερατολογίες στη διήγησή μου … Dictionary of Greek
ἐπιτερατεύεσθαι — ἐπιτερατεύομαι heighten a marvellous story pres inf mp … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προσεπιτερατεύομαι — Α αποδίδω επιπρόσθετες θαυμαστές ιδιότητες, διηγούμαι σημεία και τέρατα. [ΕΤΥΜΟΛ. < προσ * + ἐπιτερατεύομαι «τερατολογώ»] … Dictionary of Greek
προσεπιτερατεύονται — πρός , ἐπί τερατεύομαι talk marvels pres ind mp 3rd pl πρόσ ἐπιτερατεύομαι heighten a marvellous story pres ind mp 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)